Σιμόεντα

Σιμόεντα
Σιμόεις
masc acc sg (epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • SIMOIS — entis, Castaldo Simoers, Turcis Chisime, fluv. Troadis, qui ex Idâ monte labitur per campum Troianum, qui ab co dicitur Simoesius, et mari appropinquans commiscetur Xantho, atque in paludem cogitur; quae exit in Hellespontum iuxta Sigeum… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Ξάνθος — I Πόλη της αρχαίας Λυκίας. Σύμφωνα με επιγραφές της Λυκίας, η παλαιότερη ονομασία της ήταν Άρινα ή Άρνα. Τον 6o αι. π.Χ., η Ξ. ήταν η κυριότερη πόλη της Λυκίας, όταν ο στρατηγός του Κύρου, Αρπαγος, ανέλαβε να κατακτήσει τη δυτική Μικρά Ασία, μετά …   Dictionary of Greek

  • Τροία — Αρχαία πόλη της Τρωάδας, περιοχής της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας, την οποία οι Έλληνες την ονόμαζαν και Ίλιον. Η μυθική παράδοση, που μεταβιβάστηκε κυρίως με τα ομηρικά ποιήματα και τους Έλληνες τραγικούς ποιητές, ανήγαγε την αρχή της πόλης στον… …   Dictionary of Greek

  • κάπυς — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Ασσάρακου και της Ιερομνήμης, κόρης του ποταμού Σιμόεντα. Ήταν πατέρας του Αγχίση και παππούς του Αινεία, επώνυμος της αρκαδικής πόλης Καφύαι και, σύμφωνα με ορισμένους, της ιταλικής Καπύης. 2. Τρώας,… …   Dictionary of Greek

  • καλλικολώνη — καλλικολώνη, ἡ και καλλικόλωνος, ὁ (Α) (για λόφο που βρισκόταν στην Τροία στον Σιμόεντα) ο ωραίος λόφος. [ΕΤΥΜΟΛ. < καλλ(ι) * + κολώνη «λόφος»] …   Dictionary of Greek

  • ξάνθος — I Πόλη της αρχαίας Λυκίας. Σύμφωνα με επιγραφές της Λυκίας, η παλαιότερη ονομασία της ήταν Άρινα ή Άρνα. Τον 6o αι. π.Χ., η Ξ. ήταν η κυριότερη πόλη της Λυκίας, όταν ο στρατηγός του Κύρου, Αρπαγος, ανέλαβε να κατακτήσει τη δυτική Μικρά Ασία, μετά …   Dictionary of Greek

  • ξανθός — I Πόλη της αρχαίας Λυκίας. Σύμφωνα με επιγραφές της Λυκίας, η παλαιότερη ονομασία της ήταν Άρινα ή Άρνα. Τον 6o αι. π.Χ., η Ξ. ήταν η κυριότερη πόλη της Λυκίας, όταν ο στρατηγός του Κύρου, Αρπαγος, ανέλαβε να κατακτήσει τη δυτική Μικρά Ασία, μετά …   Dictionary of Greek

  • σιμοέντιος — ία, ον, και Σιμούντιος, ία, ον, και ποιητ. τ. θηλ. σιμοεντίς, ίδος και σιμουντίς, ίδος, Α [Σιμόεις, εντος] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ποταμό Σιμόεντα …   Dictionary of Greek

  • σιμοείσιος — ον, Α [Σιμόεις] αυτός που έχει σχέση με τον ποταμό Σιμόεντα …   Dictionary of Greek

  • τροιά — Αρχαία πόλη της Τρωάδας, περιοχής της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας, την οποία οι Έλληνες την ονόμαζαν και Ίλιον. Η μυθική παράδοση, που μεταβιβάστηκε κυρίως με τα ομηρικά ποιήματα και τους Έλληνες τραγικούς ποιητές, ανήγαγε την αρχή της πόλης στον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”